Ψυχή στα ολλανδικά

Μετάφραση: ψυχή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
geest, personage, knul, persoon, ziel, kerel, gemoed, individu, vent, snuiter, sujet, menselijk, enkeling, de ziel, soul
Ψυχή στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ψυχή

ψυχή βαθιά όλη η ταινία, ψυχή και σώμα, ψυχή βαθιά download, ψυχή στο στόμα, ψυχή μου πονάς, ψυχή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ψυχή στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ψοφίμι στα ολλανδικά - lijk, aas, karkas, kreng, Carrion, kadavers, plaatse Zwarte
  • ψυγείο στα ολλανδικά - koelkast, ijskast, een koelkast, de koelkast
  • ψυχίατρος στα ολλανδικά - psychiater, de psychiater
  • ψυχαγωγία στα ολλανδικά - vermaak, schik, aardigheid, tijdverdrijf, pretje, amusement, entertainment, ...
Τυχαίες λέξεις
Ψυχή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: geest, personage, knul, persoon, ziel, kerel, gemoed, individu, vent, snuiter, sujet, menselijk, enkeling, de ziel, soul