Άφησα στα ουγγρικά
Μετάφραση: άφησα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bal, enged, hagyja, hadd
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άφησα
άφησα ένα δάκρυ μου στην πόρτα σου, άφησα να μην ξέρω κική δημουλά, άφησα να μην ξέρω, άφησα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, άφησα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- άτυχος στα ουγγρικά - szerencsétlen, peches, balszerencsés, szerencsés
- άφεση στα ουγγρικά - kisülés, kirakás, elengedése, elengedéséről, elengedést, elengedését, elengedésére
- άφθονα στα ουγγρικά - bőségesen, bőven, gazdagon, bõségesen, bőséggel
- άφθονος στα ουγγρικά - bőséges, gazdag, bőségesen, a bőséges, mennyiségben
Τυχαίες λέξεις
Άφησα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: bal, enged, hagyja, hadd
Μεταφράσεις: bal, enged, hagyja, hadd