Έρευνα στα ουγγρικά
Μετάφραση: έρευνα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
áttanulmányozás, elmélyedés, földmérés, tanulmányozás, tudakozódás, kutatás, kutatási, kutatások, a kutatás, kutatást
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έρευνα
έρευνα πεδίου, έρευνα στο νησί των ναυαγών, έρευνα εργατικού δυναμικού, έρευνα στη γυναικεία αναπαραγωγή, έρευνα πεδίου ορισμός, έρευνα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, έρευνα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- έπιπλα στα ουγγρικά - bútor, bútorok, pihenőhely, bútorokkal, bútorokat
- έργο στα ουγγρικά - munka, munkát, munkáját, munkája, a munka
- έρημος στα ουγγρικά - sivatag, sivatagi, sivatagban, sivatagba, sivatagon
- έρμα στα ουγγρικά - fenéksúly, ballaszt, előtét, előtéttel, ballaszttartállyal, ballasztot
Τυχαίες λέξεις
Έρευνα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: áttanulmányozás, elmélyedés, földmérés, tanulmányozás, tudakozódás, kutatás, kutatási, kutatások, a kutatás, kutatást
Μεταφράσεις: áttanulmányozás, elmélyedés, földmérés, tanulmányozás, tudakozódás, kutatás, kutatási, kutatások, a kutatás, kutatást