Ανθρώπινος στα ουγγρικά
Μετάφραση: ανθρώπινος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
emberi, az emberi, humán, ember, emberek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανθρώπινος
ανθρώπινος εγκέφαλος, ανθρώπινος σκελετός, ανθρώπινος οργανισμός, ανθρώπινος καταπέλτης – η νέα μόδα που απογειώνει.. (βίντεο), ανθρώπινος στόχος, ανθρώπινος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ανθρώπινος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ανθρωπολογία στα ουγγρικά - embertan, antropológia, antropológiai, az antropológia, antropológiát
- ανθρωπότητα στα ουγγρικά - emberiesség, emberiség, az emberiség, emberiséget, emberi, az emberiséget
- ανθώ στα ουγγρικά - ékítés, kacskaringó, cifrázat, trombitaszó, sallang, tus, hadonászás, ...
- ανιαρός στα ουγγρικά - unalmas, kitermelés, unalmasnak, unalmassá
Τυχαίες λέξεις
Ανθρώπινος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: emberi, az emberi, humán, ember, emberek
Μεταφράσεις: emberi, az emberi, humán, ember, emberek