Βέβαιος στα ουγγρικά
Μετάφραση: βέβαιος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
biztos, meg arról, arról
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βέβαιος
βέβαιος συνώνυμα, βέβαιος συνώνυμο, βέβαιος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βέβαιος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- βάφω στα ουγγρικά - festék, színárnyalat, festeni, fesse, fessük, fessük be
- βέβαια στα ουγγρικά - bizonyára, persze, bizonnyal, bizonyosan, természetesen, természetesen a, Hát persze
- βέλος στα ουγγρικά - szökellés, nyíl, arrow, nyíl A, nyilat
- βέργα στα ουγγρικά - mutatópálca, váltókar, vizsla, fugázó, javaslat, vadászvizsla, szoborfaragó, ...
Τυχαίες λέξεις
Βέβαιος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: biztos, meg arról, arról
Μεταφράσεις: biztos, meg arról, arról