Γενναιοδωρία στα ουγγρικά

Μετάφραση: γενναιοδωρία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nagylelkűség, nagylelkűsége, a nagylelkűség, nagylelkűségét, nagylelkûség
Γενναιοδωρία στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γενναιοδωρία

γενναιοδωρία αποφθέγματα, γενναιοδωρία συνώνυμα, γενναιοδωρία συνώνυμο, γενναιοδωρία λεξικο, γενναιοδωρία ετυμολογια, γενναιοδωρία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, γενναιοδωρία στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • γενναία στα ουγγρικά - merészen, bátor, bátran, bátrak, a bátor
  • γενναίος στα ουγγρικά - bátor, bátran, bátrak, a bátor
  • γενναιόδωρα στα ουγγρικά - bőkezűen, nagylelkűen, nagyvonalúan, bőségesen, nagylelkű
  • γενναιόδωρος στα ουγγρικά - nagylelkű, nagyvonalú, bőséges, bőkezű, tágas
Τυχαίες λέξεις
Γενναιοδωρία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: nagylelkűség, nagylelkűsége, a nagylelkűség, nagylelkűségét, nagylelkûség