Εσωτερικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: εσωτερικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
belső, a belső, belsı, belsö, belsõ
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εσωτερικός
εσωτερικός κανονισμός, εσωτερικός μονόλογος, εσωτερικός έλεγχος, εσωτερικός κανονισμός εμπ, εσωτερικός συντελεστής απόδοσης, εσωτερικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εσωτερικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- εσωκλείω στα ουγγρικά - körülkerít, mellékel
- εσωτερικό στα ουγγρικά - belföld, belső, beltéri, belső tér, belsejében, belseje
- εσωτερικώς στα ουγγρικά - belsőleg, belső, belül, belülről, a belső
- εσύ στα ουγγρικά - te, Ön, akkor, Önnek, neked
Τυχαίες λέξεις
Εσωτερικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: belső, a belső, belsı, belsö, belsõ
Μεταφράσεις: belső, a belső, belsı, belsö, belsõ