Εσωτερικός στα τούρκικα

Μετάφραση: εσωτερικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iç, dahili, içsel, internal
Εσωτερικός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εσωτερικός

εσωτερικός κανονισμός, εσωτερικός μονόλογος, εσωτερικός έλεγχος, εσωτερικός κανονισμός εμπ, εσωτερικός συντελεστής απόδοσης, εσωτερικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, εσωτερικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • εσωκλείω στα τούρκικα - çevrelemek, inclose, kapsamak, etrafını çevirmek, iliştirmek
  • εσωτερικό στα τούρκικα - iç, içerde, dahili, Dahili, iç mekan, içişleri, interior
  • εσωτερικώς στα τούρκικα - dahili, iç, içten, dahili olarak, içsel
  • εσύ στα τούρκικα - siz, sen, Eğer, size, sizin
Τυχαίες λέξεις
Εσωτερικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: iç, dahili, içsel, internal