Κακεντρεχής στα ουγγρικά

Μετάφραση: κακεντρεχής, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
veszélyes, rosszindulatú, gyűlölködő, gonosz, Spiteful, a gyűlölködő
Κακεντρεχής στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κακεντρεχής

κακεντρεχής ορισμός, κακεντρεχής λεξικο, κακεντρεχής συνώνυμο, κακεντρεχήσ ετυμολογια, κακεντρεχής λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κακεντρεχής στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • κακαρίζω στα ουγγρικά - kodácsolás, gágogás, kotkodácsol, kotkodácsolás, kotyog, Cluck, kotyogás
  • κακεντρέχεια στα ουγγρικά - maliciousness, rosszasággal, rosszindulata, rosszindulat
  • κακοήθης στα ουγγρικά - veszélyes, gonosz, gonoszok, gonoszokat, a gonosz, istentelenek
  • κακολογία στα ουγγρικά - meglocsolás, befröcskölés, lelocsolás, rágalom, locsolás, izzadásgátló
Τυχαίες λέξεις
Κακεντρεχής στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: veszélyes, rosszindulatú, gyűlölködő, gonosz, Spiteful, a gyűlölködő