Μηχανικός στα ουγγρικά

Μετάφραση: μηχανικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
mérnök, mérnöki, mérnöke, telepítői
Μηχανικός στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μηχανικός

μηχανικός πωλήσεων, μηχανικός αυτοκινήτων, μηχανικός εμπορικού ναυτικού, μηχανικός περιβάλλοντος, μηχανικός δικτύων, μηχανικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μηχανικός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • μηχανή στα ουγγρικά - motor, motorkerékpár, mozdony, gép, készülék, gépet, gépi, ...
  • μηχανεύομαι στα ουγγρικά - mérnök, feltalál, kiagyal
  • μηχανισμός στα ουγγρικά - gépezet, mechanizmus, mechanizmust, mechanizmusa, mechanizmussal, mechanizmusát
  • μηχανουργός στα ουγγρικά - gépész, gépkezelő, gépszerelő, gépészként, machinist
Τυχαίες λέξεις
Μηχανικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: mérnök, mérnöki, mérnöke, telepítői