Μηχανικός στα γερμανικά

Μετάφραση: μηχανικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
maschinist, pionier, ingenieur, techniker, monteur, handwerker, ingenieurin, technologe, lokführer, Ingenieur, Techniker
Μηχανικός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μηχανικός

μηχανικός πωλήσεων, μηχανικός αυτοκινήτων, μηχανικός εμπορικού ναυτικού, μηχανικός περιβάλλοντος, μηχανικός δικτύων, μηχανικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, μηχανικός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • μηχανή στα γερμανικά - maschine, störung, motorisch, motorrad, lokomotive, triebwerk, motor, ...
  • μηχανεύομαι στα γερμανικά - techniker, ingenieurin, ingenieur, pionier, lokführer, maschinist, technologe, ...
  • μηχανισμός στα γερμανικά - mechanismus, Mechanismus, Vorrichtung, Einrichtung
  • μηχανουργός στα γερμανικά - maschinist, maschinennäherin, Maschinist, Maschinenschlosser, Maschinen, Maschinisten
Τυχαίες λέξεις
Μηχανικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: maschinist, pionier, ingenieur, techniker, monteur, handwerker, ingenieurin, technologe, lokführer, Ingenieur, Techniker