Μουγκανίζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: μουγκανίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bőg, Moo, mú, tehénbőgés, bőgés
Μουγκανίζω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μουγκανίζω

μουγκανίζω λεξικό, μουγκανίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μουγκανίζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • μου στα ουγγρικά - engem, én, nekem, velem, rám, számomra
  • μουγγός στα ουγγρικά - hangfogó, néma, némítás, Mute, némító, Elnémítás
  • μουγκρίζω στα ουγγρικά - morgolódás, nyögés, nyögdécselés, nyöszörgés, morgás, morog, morgással, ...
  • μουγκρητό στα ουγγρικά - nyögdécselés, morgolódás, nyögés, nyöszörgés, bőg, Moo, mú, ...
Τυχαίες λέξεις
Μουγκανίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: bőg, Moo, mú, tehénbőgés, bőgés