Μουγκανίζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: μουγκανίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
монументи, мукання, рик, рик великої, ревіння
Μουγκανίζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μουγκανίζω

μουγκανίζω λεξικό, μουγκανίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μουγκανίζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μου στα ουκρανικά - мені, мене, мне
  • μουγγός στα ουκρανικά - безсловесний, мовчазний, німою, мутації, німій, онімілий, німий, ...
  • μουγκρίζω στα ουκρανικά - бурчання, стогін, застогнати, кричати, стогнати, ревти, гарчання, ...
  • μουγκρητό στα ουκρανικά - мукання, рик, рик великої, ревіння
Τυχαίες λέξεις
Μουγκανίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: монументи, мукання, рик, рик великої, ревіння