Ακτιβισμός στα ουκρανικά
Μετάφραση: ακτιβισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
активність, відвідини, діяльність
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακτιβισμός
ακτιβισμός ορισμός, μετοχικός ακτιβισμός, δικαστικός ακτιβισμός, ακτιβισμός είναι, διαδικτυακός ακτιβισμός, ακτιβισμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ακτιβισμός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ακτή στα ουκρανικά - підпирати, підпірка, підтримувати, побережжя, пляж, узбережжя, берег, ...
- ακτίνα στα ουκρανικά - радій, простягніться, радіус
- ακτινοβολία στα ουκρανικά - випромінювання, проектування, випромінення
- ακτινοβολώ στα ουκρανικά - променисто, блиск, блеск, блиску
Τυχαίες λέξεις
Ακτιβισμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: активність, відвідини, діяльність
Μεταφράσεις: активність, відвідини, діяльність