Αμάθεια στα ουκρανικά

Μετάφραση: αμάθεια, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
неуцтво, неосвіченість, незнання, невідання, невігластво
Αμάθεια στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμάθεια

αμάθεια συνώνυμο, αποφθεγματα αμάθεια, αμάθεια ημιμάθεια, αμάθεια λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αμάθεια στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αλχημιστής στα ουκρανικά - алхімік, алхимик
  • αλύγιστος στα ουκρανικά - високий, тугий, вексель, надмірний, строгий, нескорений, Непідкорений, ...
  • αμάλγαμα στα ουκρανικά - суміш, амальгама, амальгами
  • αμάξωμα στα ουκρανικά - шасі, рама
Τυχαίες λέξεις
Αμάθεια στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: неуцтво, неосвіченість, незнання, невідання, невігластво