Λέξη: εκσφενδονίζω

Συνώνυμα: εκσφενδονίζω

ρίπτω, ρίπτομαι, συντρίβω, ορμώ, τινάζομαι, ρίχνω, σκώμμα, εκσφενδονίζομαι, συγκρούομαι, οθώ, ρίπτω με ορμή, ρίχνω με ορμή

Μεταφράσεις: εκσφενδονίζω

εκσφενδονίζω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hurl, hurtle, fling, dash

εκσφενδονίζω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
botar, arrojar, lanzamiento, hurtle, Se lanzan, lanzan, de hurtle, se precipitan

εκσφενδονίζω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wurf, rasen, sausen, Rase, hurtle, nehmen Rase

εκσφενδονίζω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ficher, flanquer, dérapage, lancer, projection, coup, darder, jeter, rejeter, jet, lancement, projeter, se ruer, Hurtle, dévalent, lancer avec violence

εκσφενδονίζω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
avventare, scagliare, lanciare, sfrecciare, hurtle, Lanciati, scagliarsi, precipitarsi

εκσφενδονίζω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
caçador, arremessar, chocar, Hurtle, Hurtle em, bater contra, estalar

εκσφενδονίζω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gooi, worp, slingeren, hurtle, Razen, daveren, nemen Slingeren

εκσφενδονίζω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бросок, швырнуть, бросать, запускать, метать, Хертл

εκσφενδονίζω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kaste, kast, virvler, hurtle, som virvler, virvler i, som virvler i

εκσφενδονίζω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rusar

εκσφενδονίζω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
paiskoa, suistaa, heittää, viskata, viilettää, singahdella, viuhua, tulla viuhuen, viuhuen

εκσφενδονίζω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hurtle

εκσφενδονίζω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
chrlit, metat, vrhnout, hod, hodit, vrh, mrštit, hnát se, řítit se, hnát

εκσφενδονίζω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rzucać, rzut, miotanie, miotać, rzucić, ciskać, pędzić, uderzać, hurtle, terkotać

εκσφενδονίζω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
összeütközik, zuhan, robaj

εκσφενδονίζω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
fırlatmak, atma, çarpmak, ses yapmak, fırlamak, savurmak

εκσφενδονίζω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
жбурнути, киньте, жбурляти, шпурнути, шпуряти, Хертл

εκσφενδονίζω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
përplasem, kalon me potere, ik vetëtimthi, kalon me rropamë

εκσφενδονίζω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
прелетявам, хвърлям, трясване, трясък, блъскам се

εκσφενδονίζω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
Хертл

εκσφενδονίζω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
heide, viskuma, pilduma, sööstma, Saada viuhuen, Viilettää, Singahdella, Viuhua

εκσφενδονίζω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
baciti, kovitlati se, kovitlati

εκσφενδονίζω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hurtle

εκσφενδονίζω στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
iacio

εκσφενδονίζω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
švilpti, atsimušti, sviesti, lėkti, atsitrenkti

εκσφενδονίζω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atsisties, sadurties, traukties ar troksni

εκσφενδονίζω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
профучавам

εκσφενδονίζω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
Hurtle

εκσφενδονίζω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vrh, mršit, Kovitlati

εκσφενδονίζω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vrh, hnať, naháňaním, premiestňovať na vlastných nohách
Τυχαίες λέξεις