Αντίσταση στα ουκρανικά

Μετάφραση: αντίσταση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
протистояти, перешкоджати, відбивати, опиратися, опір, спротив
Αντίσταση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντίσταση

αντίσταση πυκνωτή, αντίσταση θερμοσίφωνα, αντίσταση πολιτών δυτικής ελλάδας, αντίσταση στις γειτονιές, αντίσταση στην ινσουλίνη, αντίσταση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αντίσταση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αντίποινα στα ουκρανικά - мстити, відплачувати, відплата, відплату, покарання, На межі темряви, межі темряви
  • αντίρρηση στα ουκρανικά - хиба, дефект, нелюбов, ваду, хибу, нестача, вада, ...
  • αντίστοιχος στα ουκρανικά - еквівалент, відповідний, відповідає, відповідного, що відповідає, відповідне
  • αντίσωμα στα ουκρανικά - антитіло, антитіла, антитіл, антитілом, антитело
Τυχαίες λέξεις
Αντίσταση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: протистояти, перешкоджати, відбивати, опиратися, опір, спротив