Αντίσταση στα τούρκικα

Μετάφραση: αντίσταση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bağışıklık, muhalefet, dokunulmazlık, direnç, direnci, dayanımı, direniş, dayanıklılık
Αντίσταση στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντίσταση

αντίσταση πυκνωτή, αντίσταση θερμοσίφωνα, αντίσταση πολιτών δυτικής ελλάδας, αντίσταση στις γειτονιές, αντίσταση στην ινσουλίνη, αντίσταση λεξικό γλώσσας τούρκικα, αντίσταση στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αντίποινα στα τούρκικα - intikam, öç, misilleme, misillemesi, bir misilleme, retaliation, misillemede
  • αντίρρηση στα τούρκικα - itiraz, itirazı, itirazın, bir itiraz
  • αντίστοιχος στα τούρκικα - benzer, uyan, karşılık gelen, ilgili, gelen, tekabül eden
  • αντίσωμα στα τούρκικα - antikor, antikoru, antikorun, bir antikor
Τυχαίες λέξεις
Αντίσταση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: bağışıklık, muhalefet, dokunulmazlık, direnç, direnci, dayanımı, direniş, dayanıklılık