Απατηλός στα ουκρανικά

Μετάφραση: απατηλός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
оманний, брехливий, обманний, обманливий, правдоподібний, вірогідний, правдоподібніший, правдоподібну, правдоподібна
Απατηλός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απατηλός

απατηλός συνώνυμο, απατηλός συνόνυμα, απατηλός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, απατηλός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • απασχόληση στα ουκρανικά - живеться, розвага, зайнятість, занятість, занятость
  • απατεώνας στα ουκρανικά - горбитися, крюк, аферист, шахрай, афериста
  • απείθεια στα ουκρανικά - непокірний, непослух, неслухняність, непослух прийняли, непокору
  • απεγνωσμένος στα ουκρανικά - жахливий, безнадійний, безрозсудний, страшенний, відчайдушний, розпачливий, запеклий, ...
Τυχαίες λέξεις
Απατηλός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: оманний, брехливий, обманний, обманливий, правдоподібний, вірогідний, правдоподібніший, правдоподібну, правдоподібна