Αχρείος στα ουκρανικά

Μετάφραση: αχρείος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підлість, негідник, негіднику, негодяй
Αχρείος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αχρείος

αχρείος συνώνυμα, αχρείος ορισμός, αχρείος ετυμολογία, αχρείος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αχρείος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αχλή στα ουκρανικά - заволікати, димку, імла, туман, серпанок, димка
  • αχνίζω στα ουκρανικά - пара, пар, випаровування, шипіння, сичання
  • αχρηστεύω στα ουκρανικά - непридатним, калічити, знесилювати, знесилити, виводити з ладу, виводити з експлуатації
  • αχτίδα στα ουκρανικά - пучок, промінь, простягніться, балка, сяйво, брус, вал
Τυχαίες λέξεις
Αχρείος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: підлість, негідник, негіднику, негодяй