Βοήθεια στα ουκρανικά
Μετάφραση: βοήθεια, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
допомога, допомагати, підтримання, довідник, помагати, зарадити, підтримка, допомогти, піддержувати, допоможіть, Помогите
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βοήθεια
βοήθεια συνώνυμα, βοήθεια στο σπίτι ικα, βοήθεια ο βέγγος φανερός πράκτωρ 000, βοήθεια στο σπίτι εεταα, βοήθεια στο σπίτι, βοήθεια λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βοήθεια στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βλεφαρίδα στα ουκρανικά - вія, повіка, вії, Ресница
- βλοσυρός στα ουκρανικά - зловісний, лиховісний, похмурий, суворий, хвіст, правило, гнівливий, ...
- βοήθημα στα ουκρανικά - допомогти, зарадити, допомога, допомагати, допомогу, допомоги
- βοηθητικός στα ουκρανικά - допоміжний, допоміжне, додатковий
Τυχαίες λέξεις
Βοήθεια στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: допомога, допомагати, підтримання, довідник, помагати, зарадити, підтримка, допомогти, піддержувати, допоможіть, Помогите
Μεταφράσεις: допомога, допомагати, підтримання, довідник, помагати, зарадити, підтримка, допомогти, піддержувати, допоможіть, Помогите