Зарадити στα ελληνικά

Μετάφραση: зарадити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βοήθεια, βοήθημα, επικουρία, βοηθώ, διορθώσει, επανορθώσει, να διορθώσει, διορθωθεί, διόρθωσης
Зарадити στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • запізнення στα ελληνικά - καθυστέρηση, βραδύτητα, βραδύτης, αργοπορία, εκπρόθεσμη άσκηση, εκπρόθεσμο
  • запій στα ελληνικά - τη συνεχή κατανάλωση, συνεχή κατανάλωση
  • заражати στα ελληνικά - μόλυνση, μολύνω, λοίμωξη, μιαίνω, μολύνουν, μολύνει, να μολύνει, ...
  • зараження στα ελληνικά - κολλητικός, μόλυνση, λοίμωξη, μόλυνσης, λοίμωξης, μολύνσεως
Τυχαίες λέξεις
Зарадити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βοήθεια, βοήθημα, επικουρία, βοηθώ, διορθώσει, επανορθώσει, να διορθώσει, διορθωθεί, διόρθωσης