Βυρσοδεψώ στα ουκρανικά

Μετάφραση: βυρσοδεψώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кора, дубити, шкіряник, чинбар, чинбарем
Βυρσοδεψώ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βυρσοδεψώ

βυρσοδεψώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βυρσοδεψώ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βυθοκόρος στα ουκρανικά - хопер, стрибун, самоскид, земснаряд
  • βυθομέτρηση στα ουκρανικά - гучний, порожній, порожньої, пустій, пустий, звучання, звук
  • βωμός στα ουκρανικά - жертовник, олтар, престол, женитися, вівтар, вівтаря, алтар
  • βόλτα στα ουκρανικά - сито, дірявити, просівати, решето, загадка, екран, поїздка, ...
Τυχαίες λέξεις
Βυρσοδεψώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кора, дубити, шкіряник, чинбар, чинбарем