Βυρσοδεψώ στα τσεχικά
Μετάφραση: βυρσοδεψώ, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zhnědnout, vyčiňovat, opalovat, opálit, Currier, jirchář
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βυρσοδεψώ
βυρσοδεψώ λεξικό γλώσσας τσεχικά, βυρσοδεψώ στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- βυθοκόρος στα τσεχικά - výsypka, násypka, skokan, rezervoár, bagr, bagrovací loď, dredger, ...
- βυθομέτρηση στα τσεχικά - znění, sondování, znít, znějící, znělo, znělo to, zněl
- βωμός στα τσεχικά - oltář, oltářní, oltáře, oltáři, oltářem
- βόλτα στα τσεχικά - vyjížďka, jezdit, jízda, jízdy, jízdu, ride
Τυχαίες λέξεις
Βυρσοδεψώ στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zhnědnout, vyčiňovat, opalovat, opálit, Currier, jirchář
Μεταφράσεις: zhnědnout, vyčiňovat, opalovat, opálit, Currier, jirchář