Δειλός στα ουκρανικά

Μετάφραση: δειλός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
репетувати, сором'язливий, лякатися, експериментальний, нерішучий, кричати, закричати, скандувати, полохливий, несміливий, лякатись, кидок, крик, пробний, боязкий, боягуз, трус, боягузе
Δειλός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δειλός

δειλός συνώνυμα, δειλός στα γαλλικα, δειλός αγγλικά, δειλός άντρας, δειλός pronunciation, δειλός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δειλός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • δεδομένα στα ουκρανικά - дані, інформація, факти, зведення, ці, даних
  • δειλία στα ουκρανικά - боязкість, сором'язливість, соромливість, боягузтво, боягузливість, трусость, боягузство
  • δεινόσαυρος στα ουκρανικά - динозавр
  • δειπνώ στα ουκρανικά - обідати, обідайте, харчуватися, пообідати, SUP
Τυχαίες λέξεις
Δειλός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: репетувати, сором'язливий, лякатися, експериментальний, нерішучий, кричати, закричати, скандувати, полохливий, несміливий, лякатись, кидок, крик, пробний, боязкий, боягуз, трус, боягузе