Διάλεξη στα ουκρανικά
Μετάφραση: διάλεξη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
читець, лекція, реферат, работа, курсовая работа, контрольная работа
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάλεξη
διάλεξη ορισμός, διάλεξη του nils fischer, διάλεξη μαζάουερ, διάλεξη χατζιδάκι για το ρεμπέτικο, διάλεξη juan navarro baldeweg στην αθήνα, διάλεξη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διάλεξη στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- διάλειμμα στα ουκρανικά - побити, змішання, переміна, співрозмовниця, міжміський, рвати, розламати, ...
- διάλεκτος στα ουκρανικά - баритися, діалект
- διάλλειμα στα ουκρανικά - розламати, рвати, переміна, здавати, побити, перерву, перерва
- διάλογος στα ουκρανικά - діалог, розмова, розмову, діалогу
Τυχαίες λέξεις
Διάλεξη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: читець, лекція, реферат, работа, курсовая работа, контрольная работа
Μεταφράσεις: читець, лекція, реферат, работа, курсовая работа, контрольная работа