Διοικητικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: διοικητικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
уряд, чинення, урядування, міністерство, адміністративний, адміністративного
Διοικητικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διοικητικός

διοικητικός υπάλληλος στην αδεδυ, διοικητικός έλεγχος, διοικητικός χάρτης ελλάδας, διοικητικός κώδικας, διοικητικόσ δικαστήσ, διοικητικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διοικητικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διογκώνω στα ουκρανικά - днищі, випинатися, витин, випнутися, пухлина, пухлину, пухлини
  • διοικητής στα ουκρανικά - командир, командире, командира
  • διοικώ στα ουκρανικά - управляйте, вістки, управляти, кермувати, вісті, управте, dioiko
  • διορία στα ουκρανικά - термін, строк, умова, сесія, крайній термін, кінцевий термін, останній термін, ...
Τυχαίες λέξεις
Διοικητικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: уряд, чинення, урядування, міністерство, адміністративний, адміністративного