Ενθύμιο στα ουκρανικά
Μετάφραση: ενθύμιο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мембранний, сувенір, сувенир
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενθύμιο
ενθύμιο τρίκαλα, ενθύμιο πολέμου, ενθύμιο αποφοίτησης, ενθύμιο τρυφερότητασ, ενθύμιο νηπιαγωγείου, ενθύμιο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ενθύμιο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ενθουσιασμός στα ουκρανικά - захопленість, захват, ентузіазм, несамовитість, інтерес
- ενθουσιώδης στα ουκρανικά - гарячий, тріумфування, плідний, палкий, багатий, рясний, жар, ...
- ενιαίος στα ουκρανικά - формений, рівномірний, одноманітний, уніформа, єдиний, єдиного
- ενικός στα ουκρανικά - єдиний, особливий, дивний, кумедний, своєрідний, спеціальний, особливого, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενθύμιο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: мембранний, сувенір, сувенир
Μεταφράσεις: мембранний, сувенір, сувенир