Εξαφανίζομαι στα ουκρανικά
Μετάφραση: εξαφανίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зникати, зникатимуть, зникатиме
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξαφανίζομαι
εξαφανίζομαι συνώνυμα, εξαφανίζομαι συνώνυμο, εξαφανίζομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εξαφανίζομαι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- εξατμίζομαι στα ουκρανικά - випарюватися, випаровуватися, згущати, випарювати, пар, пара, пару
- εξαφάνιση στα ουκρανικά - вимирання, гасіння, зникнення
- εξαφανίζω στα ουκρανικά - викоренити, викорініть, викорінювати, нищити, зникати, зникатимуть, зникатиме
- εξεζητημένος στα ουκρανικά - природності, досвідчений, барвистий, квітчастий, підроблений, оманливий, манірний
Τυχαίες λέξεις
Εξαφανίζομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зникати, зникатимуть, зникатиме
Μεταφράσεις: зникати, зникатимуть, зникатиме