Επαγγελματίας στα ουκρανικά
Μετάφραση: επαγγελματίας, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заява, право, фах, віросповідання, спеціальність, професійний, професійне, фаховий, професійна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαγγελματίας
επαγγελματίας οπλίτης, επαγγελματίας καρδιοκατακτητής, επαγγελματίας και καταναλωτής, επαγγελματίασ υγείασ, επαγγελματίας αγρότης, επαγγελματίας λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επαγγελματίας στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επίφοβος στα ουκρανικά - посилювати, зростати, посилюватися, збільшувати, жахливий, страшний, жахлива, ...
- επαίσχυντος στα ουκρανικά - безчесний, ганебний, ганебного
- επαγγελματικός στα ουκρανικά - професійний, заява, віросповідання, право, спеціальність, фах, професійне, ...
- επαγρύπνηση στα ουκρανικά - пильність, пильності
Τυχαίες λέξεις
Επαγγελματίας στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: заява, право, фах, віросповідання, спеціальність, професійний, професійне, фаховий, професійна
Μεταφράσεις: заява, право, фах, віросповідання, спеціальність, професійний, професійне, фаховий, професійна