Επιταχύνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: επιταχύνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прискортеся, прискорити, горобина, прискорювати, швидкість
Επιταχύνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιταχύνω

επιταχύνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιταχύνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • επιταγή στα ουκρανικά - чек, перевіряти, перевірятимуть, перевірятиме, перевірити
  • επιτακτικός στα ουκρανικά - глибочінь, імперіалістичний, мандати, обов'язково, сила, енергія, напруженість, ...
  • επιτελείο στα ουκρανικά - змінювати, бракувати, кидок, закинути, метнути, співробітники, працівники, ...
  • επιτηδειότητα στα ουκρανικά - моторність, вправність, спритність, вміння, уміння
Τυχαίες λέξεις
Επιταχύνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: прискортеся, прискорити, горобина, прискорювати, швидкість