Θεματοφύλακας στα ουκρανικά
Μετάφραση: θεματοφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
опікун, депозитарій, депозитарію
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεματοφύλακας
θεματοφύλακας σημασία, θεματοφύλακας blog, θεματοφύλακας translation, θεματοφύλακας τι ειναι, θεματοφύλακας ομολόγων, θεματοφύλακας λεξικό γλώσσας ουκρανικά, θεματοφύλακας στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- θελκτικός στα ουκρανικά - спокусливий, вибірка, добірка
- θεμέλιο στα ουκρανικά - фонове, засада, фоновий, основа, засновування, фундамент, фон, ...
- θεμελιώδης στα ουκρανικά - основний, принципи, докорінний, фундаментальний, основної, основною, основній, ...
- θεμιτός στα ουκρανικά - лишаї, законний, законне, правової, правовий, законного
Τυχαίες λέξεις
Θεματοφύλακας στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: опікун, депозитарій, депозитарію
Μεταφράσεις: опікун, депозитарій, депозитарію