Κίνητρο στα ουκρανικά

Μετάφραση: κίνητρο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
запальний, палій, стимул
Κίνητρο στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κίνητρο

κίνητρο επίτευξης, κίνητρο συνώνυμο, κίνητρο στην εκπαίδευση, κίνητρο επίτευξησ δημοσιονομικών στόχων, κίνητρο απόδοσησ εκπαιδευτικών, κίνητρο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κίνητρο στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κίνημα στα ουκρανικά - нерухомий, рух
  • κίνηση στα ουκρανικά - пересувний, оборот, нерухомий, рухливий, товарообіг, обіг, спонукуваний, ...
  • κίτρινος στα ουκρανικά - репетувати, закричати, кричати, крик, скандувати, жовтуватий, жовтий, ...
  • καίριος στα ουκρανικά - розбірливий, погрозливий, поважний, впливовий, сучасний, вчасний, своєчасний, ...
Τυχαίες λέξεις
Κίνητρο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: запальний, палій, стимул