Κακοήθης στα ουκρανικά
Μετάφραση: κακοήθης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шкідливість, згубність, злостивість, злий, злої, злою, зла, злій
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κακοήθης
κακοήθης όγκος στον εγκέφαλο, κακοήθης υπερθερμία, κακοήθης υπέρταση, κακοήθης - έρημη γη, κακοήθης φακή, κακοήθης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κακοήθης στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κακεντρέχεια στα ουκρανικά - ворожість, злоба, зловмисність
- κακεντρεχής στα ουκρανικά - злобний, зловтішний, злісний, шкідливість, згубність, злостивість, уїдливий, ...
- κακολογία στα ουκρανικά - наклеп, наклепи
- κακολογώ στα ουκρανικά - обмовляти, чорнити, злісно, паплюжити, повторно чорнити
Τυχαίες λέξεις
Κακοήθης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шкідливість, згубність, злостивість, злий, злої, злою, зла, злій
Μεταφράσεις: шкідливість, згубність, злостивість, злий, злої, злою, зла, злій