Καταφέρνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: καταφέρνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
наручники, умовляти, вмовляти, вмовлятиме, умовлятиме
Καταφέρνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταφέρνω

καταφέρνω στα γαλλικά, καταφέρνω συνώνυμα, καταφέρνω γαλλικα, καταφέρνω στα αγγλικα, καταφέρνω μετάφραση, καταφέρνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καταφέρνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κατατρομάζω στα ουκρανικά - переляк, сум, збентежити, збентежувати, тривога, вселяти, навіювати, ...
  • καταυλισμός στα ουκρανικά - стоянка, табір, табору
  • καταφέρω στα ουκρανικά - здійснювати, здійснити, завершати, сягати, чинити, управляти, керувати, ...
  • καταφανής στα ουκρανικά - помітний, видимий, показний, кидається в очі, впадає в очі, що впадає в очі, впадає у вічі
Τυχαίες λέξεις
Καταφέρνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: наручники, умовляти, вмовляти, вмовлятиме, умовлятиме