Κοσμήτορας στα ουκρανικά
Μετάφραση: κοσμήτορας, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
декан, декана
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοσμήτορας
κοσμήτορας βικιπαιδεια, κοσμήτορας σχολής θετικών επιστημών, κοσμήτορας πανεπιστημίου πατρών, κοσμήτορας νομικής, κοσμήτορας πολυτεχνικής απθ, κοσμήτορας λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κοσμήτορας στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κοσκινίζω στα ουκρανικά - просівати, ізотопний, визволення, сито, решето, просіяти
- κοσμήματα στα ουκρανικά - коштовності, ювелірні вироби, ювелірні вироби й коштовності, ювелірні вироби й, ювелірні вироби Підняти
- κοσμικός στα ουκρανικά - слабко, часовій, часовий, мирянин, часовою, жування, світський, ...
- κοσμιότητα στα ουκρανικά - етикет, порядність, порядочность
Τυχαίες λέξεις
Κοσμήτορας στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: декан, декана
Μεταφράσεις: декан, декана