Κουρκούτι στα ουκρανικά

Μετάφραση: κουρκούτι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
м'якуш, м'якоть, емульсія, кашка, паста, каша, пюре
Κουρκούτι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουρκούτι

κουρκούτι με μπύρα, κουρκούτι για καλαμαράκια, κουρκούτι για τηγάνισμα, κουρκούτι για τηγανητό μπακαλιάρο, κουρκούτι για μύδια, κουρκούτι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κουρκούτι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κουρελιασμένος στα ουκρανικά - лють, обірваний, обідраний, обшарпаний, обдертий
  • κουρεύω στα ουκρανικά - урожай, затискач, прикрашати, прикрасити, врожай, багет, готовність, ...
  • κουρνιάζω στα ουκρανικά - сідало
  • κουρούνα στα ουκρανικά - ворона, крякати, ґава, крука
Τυχαίες λέξεις
Κουρκούτι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: м'якуш, м'якоть, емульсія, кашка, паста, каша, пюре