Κροτάλισμα στα ουκρανικά

Μετάφραση: κροτάλισμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
потріскування, тріск, тріскотіння, треск, тріскіт
Κροτάλισμα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κροτάλισμα

κροτάλισμα κινητήρα, κροτάλισμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κροτάλισμα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κροκέ στα ουκρανικά - крокет
  • κροκόδειλος στα ουκρανικά - крокодил
  • κροταλίζω στα ουκρανικά - щуролов, свист, посвист
  • κροτώ στα ουκρανικά - грюкнути, бавовна, плескати, грюк, удар, стукіт, ляскання, ...
Τυχαίες λέξεις
Κροτάλισμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: потріскування, тріск, тріскотіння, треск, тріскіт