Λήγω στα ουκρανικά

Μετάφραση: λήγω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
помирати, конати, минути, закінчуватися, минати, спливати, стікати, витікати
Λήγω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λήγω

ρήμα λήγω, λήγω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λήγω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • λέσχη στα ουκρανικά - булава, ключка, ціпок, клуб, приклад, біта, клубу
  • λέω στα ουκρανικά - промовити, озиватись, казати, декламувати, сказати, говорити, Я
  • λήθη στα ουκρανικά - забуття
  • λήμμα στα ουκρανικά - стаття, гирло, посадка, брама, коміра, занесення, розділ, ...
Τυχαίες λέξεις
Λήγω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: помирати, конати, минути, закінчуватися, минати, спливати, стікати, витікати