Λείος στα ουκρανικά
Μετάφραση: λείος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вирівнювати, гладенький, гладкий, прасувати, гладка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λείος
λείος μυικός ιστός, λείος μυς, λείος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λείος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- λαύρα στα ουκρανικά - спека, пристрасть, запал, ретельність, жар, лавра, лавру
- λεία στα ουκρανικά - розфасовувати, гладенько, видобуток, здобич, видобування
- λείψανα στα ουκρανικά - залишок, остача, решта, залишки, рештки
- λεβάντα στα ουκρανικά - осиковий, холодець, лаванда
Τυχαίες λέξεις
Λείος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вирівнювати, гладенький, гладкий, прасувати, гладка
Μεταφράσεις: вирівнювати, гладенький, гладкий, прасувати, гладка