Μεταγενέστερα στα ουκρανικά
Μετάφραση: μεταγενέστερα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
потім, згодом, пізніше
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταγενέστερα
μεταγενέστερα συνωνυμο, μεταγενέστερα αγγλικά, μεταγενέστερα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μεταγενέστερα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μεταβολή στα ουκρανικά - зміна, змінення, зміну, зміни
- μεταβολισμός στα ουκρανικά - метаболічний, метаболізм
- μεταγενέστερος στα ουκρανικά - наступний, подальший, подальше, наступне, подальшу
- μεταγλωττίζω στα ουκρανικά - обрубувати, обтісувати, складати, приганяти, стругати, скомпілювати, збирати, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεταγενέστερα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: потім, згодом, пізніше
Μεταφράσεις: потім, згодом, пізніше