Μεταγενέστερα στα τσεχικά
Μετάφραση: μεταγενέστερα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pak, nato, poté, následně, následovně, později, potom
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταγενέστερα
μεταγενέστερα συνωνυμο, μεταγενέστερα αγγλικά, μεταγενέστερα λεξικό γλώσσας τσεχικά, μεταγενέστερα στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- μεταβολή στα τσεχικά - přestavba, pozměnění, modifikace, úprava, změna, změnit, změny, ...
- μεταβολισμός στα τσεχικά - metabolismus, metabolismu, metabolizmus, metabolizmu
- μεταγενέστερος στα τσεχικά - další, pozdější, následný, následující, příští, následné, následná
- μεταγλωττίζω στα τσεχικά - složit, zpracovat, sbírat, shromáždit, kompilovat, dabovat, přeložit, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεταγενέστερα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: pak, nato, poté, následně, následovně, později, potom
Μεταφράσεις: pak, nato, poté, následně, následovně, později, potom