Μεταγενέστερα στα εσθονικά
Μετάφραση: μεταγενέστερα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
järgnevalt, hiljem, seejärel, edaspidi, pärast
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταγενέστερα
μεταγενέστερα συνωνυμο, μεταγενέστερα αγγλικά, μεταγενέστερα λεξικό γλώσσας εσθονικά, μεταγενέστερα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- μεταβολή στα εσθονικά - muutmine, ümbertegemine, muutus, muutuste, muutuse, muutusi, muudatus
- μεταβολισμός στα εσθονικά - metabolism, ainevahetus, metabolismi, ainevahetust, ainevahetuse
- μεταγενέστερος στα εσθονικά - järgnev, hilisem, järgnevate, hilisema, järgnenud
- μεταγλωττίζω στα εσθονικά - hüüdnime, dubleerima, kompileerima, koostama, tõlkima, tõlkida, tõlkimiseks, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεταγενέστερα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: järgnevalt, hiljem, seejärel, edaspidi, pärast
Μεταφράσεις: järgnevalt, hiljem, seejärel, edaspidi, pärast