Μπακάλης στα ουκρανικά

Μετάφραση: μπακάλης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бакалейщик, бакалійник
Μπακάλης στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπακάλης

μπακάλης ευστάθιος, μπακάλης κωνσταντίνος, μπακάλης φορολογία δικηγόρων, μπακάλης νικόλαος, μπακάλης θεόδωρος, μπακάλης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μπακάλης στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μπαίνω στα ουκρανικά - війти, ухилятись, починати, скорочуватися, ухилятися, збочувати, доступити, ...
  • μπαγιάτικος στα ουκρανικά - вивітрілий, несвіжий, сеча, застарівати, затхлий, затхле
  • μπαλάντα στα ουκρανικά - балада, Баллада
  • μπαλέτο στα ουκρανικά - балет
Τυχαίες λέξεις
Μπακάλης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: бакалейщик, бакалійник