Μόχθος στα ουκρανικά
Μετάφραση: μόχθος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
обплутувати, важка праця, важку працю, тяжка праця, тяжку працю, важкий труд
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόχθος
μόχθος ετυμολογία, μόχθος συνώνυμο, συναισθηματικός μόχθος, μόχθος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μόχθος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μόρφωση στα ουκρανικά - освіченість, навчання, просвітництво, освіту, Освіта, утворення
- μόσχευμα στα ουκρανικά - переселяти, живець, переселятися, привой, пересаджувати, щепити, прививати, ...
- μύγα στα ουκρανικά - ловкий, край, пролітати, ухилятися, розсердитися, літати, літатимуть, ...
- μύηση στα ουκρανικά - ухвалений, посвячений, започатковувати, прийнятий, ініціювання, ініціація, ініціацію
Τυχαίες λέξεις
Μόχθος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: обплутувати, важка праця, важку працю, тяжка праця, тяжку працю, важкий труд
Μεταφράσεις: обплутувати, важка праця, важку працю, тяжка праця, тяжку працю, важкий труд