Νικητής στα ουκρανικά
Μετάφραση: νικητής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
моргання, переможець, переможця
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νικητής
νικητής your face sounds familiar, νικητής yfsf, νικητής voice, νικητής the voice ελλάδα, νικητής eurovision 2013, νικητής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, νικητής στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- νιαουρίζω στα ουκρανικά - гримати, кричати, гукати, мяу, няв
- νικημένος στα ουκρανικά - переборювати, перебороти, подолати, перемагати, переможений, подоланий
- νικηφόρος στα ουκρανικά - радісний, переможний, звитяжний, торжествуючий, звитяжну, непереможний, звитяжна
- νικώ στα ουκρανικά - відбивати, одбивати, скиглення, завуалювати, перемагати, заплющувати, тіпати, ...
Τυχαίες λέξεις
Νικητής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: моргання, переможець, переможця
Μεταφράσεις: моргання, переможець, переможця