Ξιφολόγχη στα ουκρανικά
Μετάφραση: ξιφολόγχη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
багнет, штик
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξιφολόγχη
ξιφολόγχη m16, ξιφολόγχη μ1, ξιφολόγχη g3a3, ξιφολόγχη αγορα, ξιφολόγχη m9, ξιφολόγχη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξιφολόγχη στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ξιπασμένος στα ουκρανικά - помпезність, претензії, вибагливий, вибагливі, найвибагливіші
- ξιφασκία στα ουκρανικά - забір, паркан, обгородження, огородження, огорожу, огорожа, обгороджування, ...
- ξοδεύω στα ουκρανικά - витратити, провадити, провести, виснажувати, витрачати, витрачатиму
- ξυλεία στα ουκρανικά - ліс, деревина, лісоматеріал, лісоматеріали
Τυχαίες λέξεις
Ξιφολόγχη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: багнет, штик
Μεταφράσεις: багнет, штик