Οικονομία στα ουκρανικά
Μετάφραση: οικονομία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
порятунок, економіка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οικονομία
οικονομία ελλάδα, οικονομία ετυμολογία, οικονομία καυσίμου, οικονομία της ελλάδας, οικονομία κεντροαφρικανική δημοκρατία, οικονομία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, οικονομία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- οικολογικός στα ουκρανικά - екологічний, екологічна, екологічну, екологічне
- οικολόγος στα ουκρανικά - еколог
- οικονομική στα ουκρανικά - економічний, економічне, економічна, економічну, економічного
- οικονομικός στα ουκρανικά - грошовий, прикладною, грошовитий, хазяйновитий, фінансовий, прикладний, господарчий, ...
Τυχαίες λέξεις
Οικονομία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: порятунок, економіка
Μεταφράσεις: порятунок, економіка