Ομοσπονδιακός στα ουκρανικά
Μετάφραση: ομοσπονδιακός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
федеральний, федерального
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομοσπονδιακός
ομοσπονδιακόσ νόμοσ, ομοσπονδιακός θηροφύλακας, ομοσπονδιακός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ομοσπονδιακός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ομορφιά στα ουκρανικά - принадність, красуня, красота, врода, краса, Крісто, Красота
- ομοσπονδία στα ουκρανικά - згуртування, спілку, організування, сполучник, федерація, Росія, Україна, ...
- ομοφυλοφιλία στα ουκρανικά - гомосексуалізм, Гомосексуализм
- ομοφυλόφιλος στα ουκρανικά - яркий, радісний, ошатний, виблискуючий, веселий, гей
Τυχαίες λέξεις
Ομοσπονδιακός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: федеральний, федерального
Μεταφράσεις: федеральний, федерального