Ομοφυλοφιλία στα ουκρανικά
Μετάφραση: ομοφυλοφιλία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гомосексуалізм, Гомосексуализм
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομοφυλοφιλία
ομοφυλοφιλία αίτια, ομοφυλοφιλία και ψυχολογία, ομοφυλοφιλία στην ελλάδα, ομοφυλοφιλία στην αρχαία ελλάδα ο μύθος καταρρέει, ομοφυλοφιλία ψυχανάλυση, ομοφυλοφιλία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ομοφυλοφιλία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ομοσπονδία στα ουκρανικά - згуртування, спілку, організування, сполучник, федерація, Росія, Україна, ...
- ομοσπονδιακός στα ουκρανικά - федеральний, федерального
- ομοφυλόφιλος στα ουκρανικά - яркий, радісний, ошатний, виблискуючий, веселий, гей
- ομοφωνία στα ουκρανικά - згоду, погодженість, одностайність, порозуміння, єдність, згода, однодушність
Τυχαίες λέξεις
Ομοφυλοφιλία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: гомосексуалізм, Гомосексуализм
Μεταφράσεις: гомосексуалізм, Гомосексуализм